τόπως

τόπως
τόπος
place
masc acc pl (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Πεσταλότσι, Γιόχαν Χάινριχ — (Pestalozzi, Ζυρίχη 1746 – Μπριγκ Αργκάου 1827). Ελβετός παιδαγωγός Σε ηλικία έξι ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, που ήταν λαμπρός χειρουργός, και ανατράφηκε από τη μητέρα του και την παιδαγωγό Μπαμπέλι. Αφού σπούδασε στο Καρολίνειο Κολέγιο της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”